Στην Ουάσινγκτον βρίσκεται ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος συνεχίζει την επίσκεψή του στις ΗΠΑ.

 

Στις 21:00 (ώρα Ελλάδας), ο πρωθυπουργός θα περάσει την πόρτα του Λευκού Οίκου για να συναντηθεί με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, σε μια εξαιρετικά σημαντική περίοδο για την εξωτερική πολιτική της χώρας, ειδικά σε ό,τι αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Όπως ανέφερε ο ίδιος ο πρωθυπουργός κατά την επίσκεψή του στη Φλόριντα, χθες και προχθές, η Ελλάδα αυτή τη στιγμή είναι ο πιο αξιόπιστος και πιο προβλέψιμος σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών εντός ΝΑΤΟ.

 

Ο πρωθυπουργός, όπως σημειώνουν κυβερνητικές πηγές, θα τονίσει στον Αμερικανό πρόεδρο ότι η χώρα μας είναι βασικός παράγοντας σταθερότητας στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Μεσόγειο και παράλληλα οικονομικά, έχει αφήσει πίσω της την κρίση και προβάλλει ως ελκυστική επιλογή για επενδύσεις.

Ειδικά για τη «συμφωνία» Τουρκίας – Λιβύης, θα επαναλάβει ότι είναι άκυρη, απαράδεκτη και δεν παράγει κανένα νομικό αποτέλεσμα.

 
 

Το τετ α τετ Μητσοτάκη – Τραμπ, που θα είναι διάρκειας μισής ώρας, καθώς οι διευρυμένες συνομιλίες περίπου μιάμισης ώρας που θα ακολουθήσουν, λαμβάνουν χώρα σε μια ιδιαίτερη συγκυρία που ορίζεται αφενός από τη νέα αναταραχή στη Μέση Ανατολή που πυροδότησε η δολοφονία του Ιρανού στρατηγού Κασέμ Σουλεϊμανί και αφετέρου από την όξυνση που επικρατεί στο εγχώριο σκηνικό των ΗΠΑ εξαιτίας των διαδικασιών για την παραπομπή του Προέδρου σε δίκη.

Πηγές που έχουν γνώση του έντονου διπλωματικού παρασκηνίου το οποίο υπήρξε τις προηγούμενες ημέρες στον άξονα Αθήνας – Ουάσιγκτον, θεωρούν δεδομένη τη θετική τοποθέτηση του Αμερικανού Προέδρου έναντι της Ελλάδος, υποστηρίζοντας ότι αυτή καθεαυτή η πρόσκληση του Έλληνα πρωθυπουργού να βρεθεί στην Ουάσιγκτον αποτελεί «έμπρακτη αναγνώριση της σημασίας που έχει η στρατηγική σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες που οικοδομήθηκε όλα τα τελευταία χρόνια και επισφραγίστηκε πρόσφατα με την υπογραφή της ανανεωμένης συμφωνίας αμυντικής συνεργασίας (MDCA)».

Οι ίδιες πηγές, ωστόσο, είναι επιφυλακτικές ως προς την κατάληξη που μπορεί να έχει ο δεύτερος στόχος των διπλωματιών πρωτοβουλιών έχει αναλάβει η Αθήνα και σχετίζεται με την επιδίωξη να «απομονωθεί διπλωματικά η Τουρκία» μέσω της καταδίκης στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο των παράνομων ενεργειών της στην Ανατολική Μεσόγειο που κορυφώθηκαν με τις «άκυρες», όπως επιμένει η Αθήνα, συμφωνίες που συνήψε το καθεστώς της Τρίπολης το οποίο διαθέτει ακόμη το status της αναγνωρισμένης κυβέρνησης της Λιβύης.

Σε αντίθεση τόσο με το Κογκρέσο που ψήφισε διακομματικά τον νόμο EastMed Act που αποτελεί κόλαφο για την Τουρκία όσο και με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το οποίο έχει πάρει σαφή θέση κατά της τουρκολυβικής συμφωνίας, ο Λευκός Οίκος εμφανίζεται διστακτικός να προχωρήσει σε μια απερίφραστη καταδίκη των συνεχιζόμενων προκλήσεων της Άγκυρας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

 

Η ελληνική αντιπροσωπεία που βρίσκεται στην Ουάσιγκτον –ο πρωθυπουργός ολοκλήρωσε την επίσκεψή του στη Φλόριντα και κατέλυσε από το βράδυ της Δευτέρας στο Blair House, τον προεδρικό ξενώνα της αμερικανικής πρωτεύουσας- έχει επίγνωση ότι «παραμένουν ισχυροί οι δεσμοί ανάμεσα στο καθεστώς Ερντογάν και στη διακυβέρνηση Τραμπ». Παρά ταύτα, θα καταβληθεί μέχρι και την τελευταία στιγμή κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να πειστεί η άλλη πλευρά ότι ο μόνος αξιόπιστος σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών είναι η Ελλάδα.

Οι οιωνοί, ωστόσο, δεν είναι πολύ θετικοί. Και αυτό επιβεβαιώθηκε από το γεγονός ότι την παραμονή της συνάντησης στο Λευκό Οίκο Αμερικανός αξιωματούχος υπογράμμισε μεν ότι οι ΗΠΑ υποστηρίζουν την εξέλιξη της Ελλάδας σε ενεργειακό κόμβο, την ίδια ώρα, όμως, αναφερόμενος στα ελληνοτουρκικά σημείωνε ότι «κοινό συμφέρον των δύο χωρών είναι να παραμείνει η Τουρκία αγκυροβολημένη στη Δύση».

Υπό αυτό το πρίσμα, είπε ότι η Ουάσιγκτον εκτιμά τις προσπάθειες που καταβάλει η ελληνική κυβέρνηση για να διατηρήσει ανοιχτές γραμμές επικοινωνίας με την Άγκυρα, κάτι που, όπως αναγνώρισε, αποτελεί σαφές μήνυμα ότι η ελληνική πλευρά επιθυμεί να έχει μια εποικοδομητική σχέση γειτονίας.